Δευτέραν του Πάσχα επιάν με τηλέφωνο να σπεύσω στην γιαγιάν μου την Π. αμέσως διότι εβάρυσεν. Είσιεν που είσιεν τον γέρημον τον διαβήτην, τωρά έφερνεν την πουκάτω. Τούτη η στετέ εν του πατέρα μου η μάνα, γέννημαν του ’22. Εξαπόλυσα τα ούλλα τζι εβούρησα στο πλευρόν της.
Η γριά εκαταλύθην που τη αρρώστιαν τζι εγίνην αγνώριστη. Πριν λλίες μέρες που την είδα εσυντύχαννεν μια χαράν, ερώταν με για την δουλειάν μου τζι επαραπονιέτουν που δεν εθώρεν καλά για να δκιαβάζει την Αγίαν Γραφήν. Αστείεψα την πως εν που εν όμορφα τα αγγόνια της τζι εστραώθην που το φέγγος μας.
Τούτη η στετέ ποττέ δεννεν εχωράττεφκεν πολλά. Δέννεν σαν την γιαγιάν μου την άλλην, που τα πεδινά, που πάντα λαλεί αστεία τζιαι ώσπου εμπόρηεν εχώρευκεν τζιαι την σταυροβελονιάν. Τούτη η γιαγιά εν βέρα Πιτσίλλα, με βυζαντινήν προφοράν στην λαλιάν της, χοντροκάμωτη τζιαι χοντρόπετση. Καμωμένη της δουλειάς τζιαι της χειρονακτικής εργασίας, μεγαλωμένη της στέρησης. Έκαμνεν ζάφτιν τες δουλειές, ετάναν του πάππου μου στα χωράφκια τζι 7 κοπελλούθκια που της εζήσαν εκουμαντάρησκεν τα. Ταρτανογεναίκα. Ως τζιαι στην φωτογραφίαν του γάμου της ο παππούς μου εν τέλεια μίντζης τζι αδύνατος δίπλα της.
Έπια το σιέριν της. Ήτουν κρυόν τζιαι το δέρμαν της χαλαρόν πουπάνω που το κρέας. Τα σιέρκα της αδύναμα. Δυσκολεύκουμε να πιστέψω πως πούμουν μωρόν έπιαννεν με όππα με απίστευτην ευκολίαν, 60 γρονών γεναίκα τζι εκάθισκεν με πας τον γάρον να κάμω χαϊχούι τζι άμαν επαένναμεν στο αμπέλιν τζιαι στα αθάσια είσιεν με όπως τον βασιλέαν. Δεν ήτουν η ίδια γεναίκα που έβαλεν τες φωνές τους Εγγλέζους στρατιώτες που εφαρμόσαν κκέρφιου στο χωρκόν, γιατί εξαπολύθην ο γάρος τζι εγύρεφκεν τον να τον φέρει πίσω. «ΓΑΡ! ΓΑΡ! Εξαπολύθην τζι έφυεν! ΓΑΡ!» τζιαι τελικά ανάγκασεν τους να πάσιν τζίνοι να της τον φέρουν τζι έτσι να κλειστεί έσσω.
Ήτουν άλλη γεναίκα τούτη μες το κρεββάτιν σήμερα. Αδύναμη τζι υποταγμένη στην ασθένειαν. Τρίτην του Πάσχα έσιει το παράδοσην η οικογένεια να λειτουργεί στους Αγίους Αναργύρους, έναν ξωκλησούιν μεσαιωνικόν τζιαι γεμάτον ζωγραφκιές πόξω του χωρκού, ίσια που χωρεί 20 αδρώπους στέκοντα, αν χωρεί τόσους. Φέτη εφκάλαμεν την δίπλα της γιαγιάς ούλλοι. Άρκεψεν να βαρυνίσκει τζι η ομιλία της, να κουράζεται να μιλά τζιαι να απαντά μονολεχτικά άμαν την ρωτάς κάτι. Άλλες ώρες μιλά μόνη της τζιαι παρακαλά τον Θεόν να την συγχωρέσει. Αν τζιαι έτοιμη, κοινωνημένη τζιαι με το ευχέλαιο παρακαλά. Επαναλαμβάνει την ίδιαν φράσην συνέχεια κατά το μάντρα που κάμνουν οι Ινδουϊστές. ‘Θεέ συγχώρεσον με την αμαρτωλή. Θεέ συγχώρεσόν με την αμαρτωλή’ τζιαι δεν δια παμό.
-Γιαγιά, να σε πάρουμεν στους Αγίους Αναργύρους; ρωτώ την. Αμέσως συνειδητοποιεί τη μέρα ένει τζιαι προσπαθεί να θυμηθεί το απολυτίκιον τους.
-Άγιοι Ανάργυροι και θαυματουργοί, επισκέψασθε τας ασθενείας ημών… έπισκέψασθε τας ασθενείας ημών… Ξεχάννει πάρακάτω. Ο νους της μαγκώνει.
Η αδελφή που εν πουπάνω της βοηθά την.
-…δωρεάν…
-δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε ημίν. Άγιοι Ανάργυροι και θαυματουργοί, έπισκέψασθε τας ασθενείας ημών δωρεάν έλάβετε, δωρεάν δότε ημιν.
Πουμέσα της χαμογελά που το αθθυμήθηκεν ούλλον, είμαι σίουρος για τούτον, ένιωσα το. Όσο για την πάρτη μου αντράπηκα που το εξέχασα.
Την Τετάρτην λαλούμεν της να αντέξει για τον γάμο της καλαδελφής μου τον Ιούνη. Λαλεί μας εννά πεθάνει ως τότε τζιαι ο γάμος να συνεχίσει πάραυτα, με τες μουσικές τζιαι τους χορούς τζιαι τες προγραμματισμένες διασκεδάσεις. Ξαναζητά συγχώρεσην. Μετά ζητά να την βάλουμεν να ππέσει στο κρεβάτι, ενώ βρίσκεται πάνω του απλούμενη. Κουντώ την τζιαι τσιλλώ την νάκκον.
-Έβαλα σε γιαγιά. Λαλώ της.
-Να ‘σιεις την ευχή μου γιόκκα μου. Φιλώ της το σιέριν της.
Έρκεται η αδελφή να της δώσει το φάρμακον της. Δεν δέχεται τζιαι κάμνει δυσκολίες όπως το μωρόν πον θέλει να φάει. Ψευτομαλλώνω την.
-Φάε γιαγιά τζι ο Θεός εν θέλει τους ιδιότροπους τζι πάνω.
Ίσια τρώει το φαϊν της σαν το μωρόν το φρόνιμον.
Την Πέφτην ζητά να την πάρουμεν που σπίτιν της.
-Πού εν το σπίτι σου γιαγιά; ρωτούμεν την για να διαπιστώσουμεν την πνευματικήν της διαύγειαν.
-Πουκάτω που την άγαλμαν.
Απαντά εννοώντας το άγαλμαν της Ελληνίδας Κυπρίας Μάνας που δεσπόζει του χωρκού, τζιαι πράγματι τζιαι στο παράστημαν τζιαι στην θωρκά ουν εν το ίδιον η γιαγιά μου. Σταθερόν, στοιβαρόν, ατάραχον τζιαι αμίλητον, όπως την αθθυμούμαστεν ούλλοι.
-Τζιαι τί θα κάμεις στο σπίτι σου μανά; Ρωτά την η θκειά μου.
-Εννά πάω νάβρω τον τζύρη σου τζιαι να τον φιλήσω…
Τα μμάθκια μου γεμώνουν. Θυμούμαι τον παππού τζιαι συνειδητοποιώ απότομα τζιαι μονοφάτσιν πως η στετέ μου υπήρξεν κάποτε παιδούλλα τζιαι μωρόν τζι εβούραν τζι έπαιζεν. Πως που παντρεύτηκεν έκαμνεν αγάπες τζι έππεφτεν αγκαλιάν με τον άντραν της να βράζει τες νύχτες του σhειμώνα που σιονίζει πάνω. Τζιαι μου γίνεται πολλά εύκολον να την φανταστώ να δέρνει τον τζύρην μου που έκαμνεν αταξίες, να σιαίρεται τα μωρά της μετά την γέννα, να καμαρώνει την προκοπήν τους τζιαι την προκοπήν των αγκονιών της. Δεν αντέχω άλλον. Ξαναζητώ την ευτζήν της τζιαι φεύκω.
Έσιει χρόνια πολλά να προσευχηθώ καθώς πρέπει. Δεν μιλώ για προσευχές που ζητώ καλούς βαθμούς, να μεν με χωρήσει η κάθε καρτάνα ή άλλα ευτελή. Μιλώ για την προσευχήν που ζητάς του Θεού να δεί το συφφέρον άλλου εκτός που λλόου σου. Με παρακλήσεις μου έρκονται στον νούν με τίποτε. Έσσω της μάνας μου δεν ιβρίσκω το Προσευχητάριον. Που στα αννάθθεμαν το εσυγύρισεν η μάνα μου; Ξεκινώ τζι εγιώ αυτοσχέδια ‘Θεέ Θεόυλλη μου πρόσεχε την γιαγιά να μεν βασανίζεται’. Τζιαι το ερώτημαν τίθεται αν ο Θεός ακούει τους ενάρετους καλλύτερα που τους αμαρτωλούς.
Την νύχταν εν εξόρτωσα να πάω να την δω. Ήρταν που την στατιστικήν υπηρεσίαν να μου κάμουν έρευναν για την χρήσην του ίντερνετ, τζιαι η κορού που ήρτεν εφκήκαμεν γνωστοί τζι αντράπηκα να την ιδκιώξω. Παρασκευήν πρωϊν πιάννει με τηλέφωνον η μάνα μου στην δουλειάν για να μου πει πως η γιαγιά εκοιμήθηκεν. Την επομένην με στήθος βαρύν πάω πάνω στο χωρκόν.
Η γιαγιά στο φέρετρον της στην παλαιάν της κατοικία επιθεωρεί το χωρκόν που αναγιώθην τζι εμεγάλωσεν τζι έκαμεν οικογένειαν. Εκοιμήθην πλαισιωμένη που τα αγαπημένα της πρόσωπα, πρόσωπα αγαπημένα μεταξύ τους, θάνατος που εύχομαι τζιαι για εμέ τζιαι για όλους μας ποννάρτει τζίνη η ώρα. Το πρόσωπον της εν γαλήνιον τζιαι ήρεμον πλαισιωμένονμε φκιορούθκια. Το κορμίν της εν τυλιμένον μέσα σε έναν πανέμορφο μαυρόασπρον σάββανον με κεντημένες ευχές τζιαι παρακλήσεις πάνω που έφερεν που τα Ιεροσόλυμα όταν επήεν προσκύνημαν.
Εκάμαμεν την κηδείαν με αξιοπρέπειαν, χωρίς κλάματα τζιαι νεκαλύματα όπως συνηθίζει το σόϊν της μάνας μου. Εθάψαμεν την με τον παππούν στο κοιμητήριον του χωρκού, πουκάτω που τον πλάτανον για ναν μες την δροσιάν τζιαι μες το σσιός, να πνάζουν τα κόκκαλα της τζιαι να σιαίρεται το ερωτοτράουδον των πουλιών ως την Δευτέραν Παρουσίαν.
Αιωνία σου η μνήμη γιαγιά.
—————-
Επιστρέφοντας στην Λευκωσία πάω τζιαι βρίσκω την στετέ μου την άλλη. Αγκαλιάζω την τζιαι φιλώ την.
-Τί έπαθες τωρά;
-Πρόσεχε τζιαι μόνον εσύ μου έμεινες τωρά.
-Ασημένε μου.
eklamourises mas
Theos makarisei tin
ethela kai egw edw kai poly kairo na grapsw gia ti giagia mou wspou itan kala kai prin «tin kanei»… isws to kamw syntoma
By: sike on 30 Απριλίου, 2009
at 7:20 πμ
Συλληπητήρια φίλε Φιρφιρή, αθθύμισες μου την δική μου την στετέν που την έχασα πέρσυ.
By: marioscy on 30 Απριλίου, 2009
at 7:35 πμ
Aiwnia tis i mnimi Firfiri
Exasa ki egw ton 2o pappouli mou pro e3aminias tzai akoma 8ymoumai ton tzai gemwnoun ta mma8kia mou. Htan na gelasei polla me to anekdoto pou akousa simera
By: Leni on 30 Απριλίου, 2009
at 7:48 πμ
που τα πιο ωραία ποστς σου…
Ο Θεός να την έσιει κοντά Του, όπως ήθελε
τζαι καλή δύναμη σε εσάς
By: Ανώνυμος on 30 Απριλίου, 2009
at 8:01 πμ
εξίχασα να υπογράψω
neerie (η αποπάνω)
By: Ανώνυμος on 30 Απριλίου, 2009
at 8:03 πμ
Ta 8erma mou sullnpntnria Firfirn.
By: minatsu on 30 Απριλίου, 2009
at 8:18 πμ
ou ate ekames me tzai klaiw
By: homo anisorropus on 30 Απριλίου, 2009
at 8:45 πμ
Sillipitiria firfiri!!
Theos makarisin tin!
By: pelloplasma on 30 Απριλίου, 2009
at 8:46 πμ
συλλυπητηρια φιρφιρή μου
και καλή δύναμη σε σένα και την οικογένεια σου..
κλαίμε μαζί σου.
εσυγκινήθηκα πολλα..
By: chris on 30 Απριλίου, 2009
at 9:05 πμ
God Bless
M.
By: Maria on 30 Απριλίου, 2009
at 9:21 πμ
Συλλυπητήρια φίλε…
By: Lexi_penitas on 30 Απριλίου, 2009
at 9:26 πμ
Συλληπητήρια.
Αλλά όσο ζουν κάποιοι που τη θυμούνται ζει κι εκείνη.
By: drSpock on 30 Απριλίου, 2009
at 9:41 πμ
Συλληπητήρια και να θεωρείς τον εαυτός σου τυχερό που εσύ τουλάχιστον την εχάρηκες κάμποσα χρόνια..
By: anonymous on 30 Απριλίου, 2009
at 11:40 πμ
Συλληπητήρια φίλε φιρφιρή. Είπες της αντίο, τζαι τούτο μετρά στη ζωήν πολλά.
By: diasporos on 30 Απριλίου, 2009
at 12:02 μμ
Συλλυπητήρια ρε φίλε. καταλαβαίνω πως νιώθεις, τζαι ότι παρόλο που εν γέροι τζαι περιμένουμεν το ότι εννα ρτει τούτη η ώρα, πάλε εν πολλά δύσκολο να το χωνέψεις
By: Cake on 30 Απριλίου, 2009
at 12:28 μμ
Συλληπητήρια. Ο Θεός να αναπαύσει την ψυχή της. Έχασα τον παπά μου πριν 2 μήνες και είναι όλα νωπά ακόμα. Παρηγορεί ότι εζήσαν πλήρεις ημερών και αφήσαν μας τόσες όμορφες αναμνήσεις και μια ολόκληρη ζωή να θυμόμαστε.
By: ruth_less on 30 Απριλίου, 2009
at 12:38 μμ
Sillipitiria.
By: Marl3n on 30 Απριλίου, 2009
at 2:28 μμ
O Θεός να αναπαύση τη ψυχή της Φιρφιρή μου. Να είσατε καλά να την θυμάστε.
By: stalamatia on 30 Απριλίου, 2009
at 5:35 μμ
εγεμώσαν τα μαθκια μου ..
By: theopemptou on 30 Απριλίου, 2009
at 6:36 μμ
sillipitiria firfiri
By: lennuu on 30 Απριλίου, 2009
at 6:48 μμ
Sillipitiria…
Kali Dynami Firfiri
By: the Idiot Mouflon on 30 Απριλίου, 2009
at 8:31 μμ
Αιωνία της η μνημή,
έτσι λαλούν οτι εν η ζωή…
Πολλά ωραίο το πόστ σου, αρέσε μου. Άρεσε μου , επειδή φκαίνει τζίνη η περηφάνια που έχεις για τη γιαγιά σου. Λάλεις τα ουλλά τόσο ωραία και τόσο απλά.
Είσαι τυχερός που έιχες έτσι γιαγιά και να χαιρέσαι οτί ήσουν κοντά της τις τελευτές μερές.
Λαλούν οτι ο Θεός θέλει κοντά του κάποιους ανθρώπους, τις μέρες του Πάσχα. Εν νε τυχαία που έφυε έτσι τζαιρό.
Ο Θεός , έτσι εθκιάλεξε . Να την έχει κόντα του.
Καλή δύναμη Φιρφηρή μου.
By: Miss(ed) on 30 Απριλίου, 2009
at 9:06 μμ
Τα συλληπητηρια μου. Λυπαμαι πολυ για την απωλεια σου…Κουραγιο
By: Greekstories on 1 Μαΐου, 2009
at 9:07 πμ
Συλληπητήρια…. αν και μας κλαμούρισες… Τελίκα σαν την γιαγία μας εν εχει….
By: florentia on 1 Μαΐου, 2009
at 11:42 πμ
Na makaristei h psyxoua ths.
Pragmatika eklamourises mas.
… eixes thn eulogia na thn apoxairethseis, xereis poso polytimo einai…?
By: thalassamov on 1 Μαΐου, 2009
at 3:07 μμ
pragmatika lypamai..
By: Ερυκίνη on 1 Μαΐου, 2009
at 3:18 μμ
Νομίζω ήξερα την τη γιαγιά σου. Έπαιρνα τη δική μου να τη δει τζαι να της πάρει μαχαλεπί και επέμενε συνήθως να ανεβούμε μαζί της για να μας δώσει την ευτζή της γιατί ήταν άγια γυναίκα τζαι οι ευτζιές της επιάναν. Θεός μακαρίσει την.
By: drSpock on 2 Μαΐου, 2009
at 12:29 μμ
πολλά όμορφο το ποστ που ενέπνευσεν η γιαγιά σου και που της αφιερώνεις
αληθινό και προσβάσιμο, χειροπιαστό
θυμήθηκα και εγώ τον παππού μου που εν ήταν τζιήνος που έξερα όταν πέθανε το καλοκαίρι.
στη μνήμη τους.
By: ρίτσα on 3 Μαΐου, 2009
at 4:10 μμ
Τα συλληπητηρια μου.Κουραγιο
By: Kykkos on 3 Μαΐου, 2009
at 5:44 μμ
Sillipitiria Firfiri…ethimises m tin diki mou giagia pou epethane prin 4 xronia ke to papou mou pou epethane to kalokairi…o ‘stekamenos’pappous pou i3era egine adinamos, ke agnoristos..en ithela na paeno na ton vlepo,ithela i eikona pou eixa sto myalo mou na meinei i idia.. =/
By: rose18 on 3 Μαΐου, 2009
at 11:39 μμ